Στον Λέανδρο και τον Νεκτάριο
Ήταν σχεδόν ειδυλλιακά χτες στο Δουργούτι. Πρώτη φορά ένιωσα τόσο ελεύθερος με πολυκατοικίες να με περικυκλώνουν, μια ανάσα απ' τη μεγάλη λεωφόρο. Δεν είναι πολυκατοικίες, είναι εργατικές κατοικίες, εδώ κι εκεί βλέπεις ασπρόρουχα και μικρές γλάστρες με γεράνια, αν προσέξεις καλά. Το μάτι σου ηρεμεί όταν τις κοιτάς, ξεθολώνει, το αυτί σου πιάνει μόνο θροίσματα και ξεσυνηθίζει. Μα πού βρίσκομαι; Ένα ηχομονωμένο ξέφωτο στην καρδιά της τεράστιας πολιτείας, βαλβίδα και σφαγίτιδα αρτηρία. Περιφρουρημένη από τα βλέμματα των απίστων. Σκυμμένη πάνω στη δουλειά. Χάνεσαι στους λαβυρίνθους της κι ας απέκτησε (η τελευταία που απέκτησε) δρόμους και πλατείες και πολεοδομικό σχέδιο. Αυτή η συνοικία το όνειρο το προσπέρασε, αναπνέει την ιστορία της. Λατρεύω αυτή την πόλη. Σκόρπια κάτι χαμόσπιτα και κάτι τρυπημένα ντουβάρια που λες και θα γκρεμιστούν με ένα φύσημα, να μπορούσαν να μιλήσουν, να αφηγηθούν τι είδαν. Τα καημένα τα αρμενάκια που τα σκότωναν επειδή ήταν αρμενάκια. Με κασμάδες οι αντίχριστοι. Δέκα χρόνια μετά, κι ακόμα να ορθοποδήσουμε. Ο Γιώργος Φούντας με νύχια και δόντια συντηρεί ένα αυτοκίνητο και του το παίρνουν. Υποθήκη η κάμαρα, κλαίει η μάνα του. Εκδικητική σκρόφα η Λέλα, η καρδιά της λερωμένη από τα βρωμόνερα. Άτεγκτος ο δικαστικός κλητήρας, κάνει "τη δουλειά του". Φέρτε ρε ένα τραπέζι να κάνω τη δουλειά μου. Ούτε τραπέζια δεν έχετε σ' αυτόν τον λασπομαχαλά; Άγρια βλέμματα που ξέρουν από κυνήγι και χρέη περιμένουν ένα σπίρτο. Κι είναι η παρότρυνση του Θανάση Βέγγου το σπίρτο. Σαν συνεννοημένοι απ' τα πριν, οι γαβριάδες του μαχαλά με μπροστάρη τον αψίκορο Αντρέα Ντούζο κυνηγάνε τον πλούσιο εκβιαστή Στέφανο Στρατηγό χιλιόμετρα μέσα στους σκουπιδότοπους της Χαμοστέρνας, γυρνάνε οι ρακοσυλλέκτες ξαφνιασμένοι και τρέχουν κι αυτοί. Ο νεαρός κινηματογραφιστής που ήθελε να έχει γίνει ζωγράφος, βάζει το μάτι του στο φακό και θριαμβολογεί. Κρατήσαμε τα δόντια μας, σκέφτεται, άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί. Τους φιλμάρει έναν, έναν, με προσοχή και σεβασμό. Ηθοποιοί ιστορικά και καλλιτεχνικά άρτιοι. Βγάζει ο καθένας ένα χαρτονόμισμα και το ακουμπάει με θρησκευτική ευλάβεια στο τραπέζι, χτυπάει φιλικά στον ώμο τον κλητήρα και γυρνάει σιωπηλός στο μεροκάματο. Δεν έκανε τίποτα σημαντικό. Ο μικρός πρέπει να βγάλει το ψωμί του, δώστε του την ευκαιρία να ζήσει τίμια. Χαμογελάνε. Στην κωλοτρυπίδα της γης, η ψυχή μας πεντακάθαρη.
Ήθελα να είμαι ο σεναριογράφος στις ταινίες σου. Το ζήλεψα αλήθεια. Δεν θέλησες, δεν πειράζει.Άντε να γράψεις διατριβή για όλα αυτά, χωρίς όλα αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου